Εμφάνιση Ζιφιού στον Σαρωνικό Κόλπο
Ο ζιφιός εμφανίστηκε για να μας υπενθυμίσει ότι για ακόμα μια φορά βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος!
Την προηγούμενη εβδομάδα έκανε την εμφάνιση του ενήλικο θηλυκό άτομο ζιφιού στις ακτές του Σαρωνικού, το οποίο παρά τις προσπάθειες άμεσης παροχής πρώτων βοηθειών και περίθαλψης δυστυχώς ξεβράστηκε νεκρό.
Το περιστατικό έγινε ευρέως γνωστό, έως και viral, από τα ΜΜΕ με κάποιες ορθές πληροφορίες να το πλαισιώνουν, αλλά και με ανακρίβειες.
Την προηγούμενη εβδομάδα έκανε την εμφάνιση του ενήλικο θηλυκό άτομο ζιφιού στις ακτές του Σαρωνικού, το οποίο παρά τις προσπάθειες άμεσης παροχής πρώτων βοηθειών και περίθαλψης δυστυχώς ξεβράστηκε νεκρό.
Το περιστατικό έγινε ευρέως γνωστό, έως και viral, από τα ΜΜΕ με κάποιες ορθές πληροφορίες να το πλαισιώνουν, αλλά και με ανακρίβειες.
Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγουμε με αφορμή το περιστατικό οφείλουν να μας βάλουν σε σκέψεις!
Ο ζιφιός μας απέδειξε ότι:
- Η άγρια ζωή έπρεπε να φτάσει “έξω από την πόρτα” της αθηναϊκής ριβιέρας για να συνειδητοποιήσουμε πως δεν είμαστε οι μοναδικοί κάτοικοι του πλανήτη, γεγονός που σε κάποιους εμφανώς προκαλεί έκπληξη με αφορμή και άλλα πρόσφατα περιστατικά.
- Η αντιμετώπιση και διαχείριση αντίστοιχων περιστατικών εναπόκειται σε μεγάλο βαθμό στην εθελοντική προσφορά και το ενδιαφέρον ειδικών ή και μη ειδικών, χωρίς να λαμβάνεται συστηματική μέριμνα και υποστήριξη από τον κρατικό μηχανισμό.
- Όλοι θα θυμόμαστε το “συγκινητικό” τραγούδι που συνόδευε την περίθαλψη του ζιφιού, το οποίο και απέχει από τα πρωτόκολλα για την ασφάλεια του ζώου, αλλά κυρίως απέχει από τη στάση που θα έπρεπε να καλλιεργείται στο κοινό. Τον σεβασμό και την προστασία της άγριας ζωής οφείλουμε να τη διεκδικούμε για την εγγενή και οικολογική της αξία. Συνεπώς, δεν μπορούμε να την πλαισιώνουμε με ανθρωπόμορφα χαρακτηριστικά κι ανάγκες. Έτσι, την επόμενη ημέρα ελάχιστοι πολίτες αναλογίστηκαν πόσοι ζιφιοί κινδυνεύουν και θα ανέτρεξαν σε τρόπους που και οι ίδιοι μπορούν να συμβάλλουν στην προστασία τους.
- Κατάφερε να αποσπάσει την προσοχή μας για το σύντομο χρονικό διάστημα που προβάλλονταν εμφατικά στις οθόνες μας, αλλά την επόμενη μέρα η στάση μας απέναντι στο περιβάλλον και την άγρια ζωή ειδικότερα, μάλλον δεν έχει βελτιωθεί και η συγκίνηση έχει παρέλθει.
Σύμφωνα λοιπόν με τους ειδικούς κι όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της νεκροψίας του διαπιστώθηκαν παθολογικά αίτια θανάτου, ενώ οι κακώσεις που έφερε κατά την περίθαλψή του ήταν δευτερογενείς και πιθανώς προκλήθηκαν από πορευόμενο σκάφος/πλοίο, εξαιτίας της αδυναμίας του να καταδυθεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ζιφιοί είναι δελφίνια που στην Ελλάδα καταγράφονται σε διάφορες περιοχές. Παρότι έχουν επιβεβαιωμένη παρουσία στα ελληνικά νερά τα περισσότερα δεδομένα αφορούν περιστατικά εκβρασμών κι όχι παρατηρήσεις ζωντανών ατόμων, γεγονός που οφείλεται και στη μεγάλη διάρκεια κατάδυσής τους που τα κρατάει μακριά από τα ανθρώπινα βλέμματα.
Στη Μεσόγειο ο Ζιφιός έχει αξιολογηθεί ως είδος «Ανεπαρκώς Γνωστό» από τη Διεθνή Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN), καθώς δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για αυτό με εξαίρεση ελάχιστες και συγκεκριμένες περιοχές, όπου πραγματοποιείται συστηματική του έρευνα.
Κύριες απειλές για το είδος στη Μεσόγειο αποτελούν i) η εμπλοκή σε αλιευτικά εργαλεία, ii) η θαλάσσια ρύπανση από πλαστικά και iii) η ηχορύπανση που επηρεάζει τον μηχανισμό ηχο-εντοπισμού του, ενώ τις τελευταίες έχει ενταθεί λόγω των αυξημένων ανθρώπινων δραστηριοτήτων με αποκορύφωμα τις σεισμικές έρευνες για ανίχνευση αποθεμάτων πετρελαίου και τις στρατιωτικές ασκήσεις που έχουν αποδειχθεί σε πολλές περιπτώσεις μοιραίες, τόσο για τους ζιφιούς, όσο και για άλλα είδη κητωδών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η θανάτωση 12 ατόμων που εκβράστηκαν στην Ελλάδα τον Μάιο του 1996 (Frantzis, 1998 & 2004a).
Στην Ελλάδα έχουν καταγραφεί 14 είδη θαλάσσιων θηλαστικών.
Σε αυτά ανήκει ίσως το πιο γνωστό σε όλους, η μεσογειακή φώκια Monachus monachus, καθώς και τα δελφίνια:
- ρινοδέλφινο Tursiops truncatus,
- ζωνοδέλφινο Stenella coeruleoalba,
- σταχτοδέλφινο Grampus griseus,
- κοινό δελφίνι Delphinus delphis,
- ζιφιός Ziphius cavirostris,
με μόνιμη παρουσία, και τα
- στενόρυγχο δελφίνι Steno bredanensis και
- ψεδόρκα Pseudorca crassidens
με περιστασιακή παρουσία.
Επιπλέον, καταγράφεται η παρουσία των
- πτεροφάλαινα Balaenoptera physalus,
- φάλαινα φυσητήρα Physeter macrocephalus
με μόνιμη παρουσία, και οι
- ρυχγοφάλαινα Balaenoptera acutorostrata
- μεγάπτερη Megaptera novaeangliae
με περιστασιακή παρουσία.
Καθώς και ο μοναδικός πληθυσμός φώκαινας, Phocoena phocoena, στη Μεσόγειο, εκτός Μαύρης Θάλασσας.
Τα είδη αυτά δέχονται μία σειρά από απειλές στο θαλάσσιο περιβάλλον που περιλαμβάνουν τον άμεσο και έμμεσο ανταγωνισμό τους με την αλιεία, τη ρύπανση από χημικά και την ηχορύπανση, τη σύγκρουσή τους με σκάφη και πλοία γραμμής, τη ρύπανση από απορρίμματα και τα δίχτυα φαντάσματα.
Στις περιπτώσεις που πολίτες εντοπίσουν ζωντανά άτομα θαλάσσιων θηλαστικών που χρήζουν πρώτων βοηθειών θα πρέπει άμεσα να ενημερώσουν το τοπικό λιμεναρχείο και το Ερευνητικό Κέντρο Διάσωσης και Περίθαλψης Κητωδών “Αρίων”. Αναμένοντας την έλευση των αρμοδίων φροντίζουμε για τη διατήρηση της ηρεμίας του ζώου απομακρύνοντας τον κόσμο και κάθε όχληση ή ισχυρό φωτισμό που μπορεί να του προκαλέσει στρες και σε κάθε περίπτωση ακολουθούμε τις οδηγίες που θα μας δοθούν.
Στις περιπτώσεις που οι πολίτες εντοπίσουν νεκρά εκφρασμένα ζώα αναφέρουν την παρατήρησή τους στο τοπικό λιμεναρχείο, ώστε να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες κινήσεις και να ληφθούν οι απαραίτητες πληροφορίες.
Λίγα λόγια για το δίκτυο εκβρασμών
Το εθνικό δίκτυο εκβρασμών θαλάσσιων ειδών συστάθηκε το 2015 από το Υπουργείο Περιβάλλοντος με στόχο τη συλλογή δεδομένων, καθώς και τον έγκαιρο εντοπισμό περιστατικών μαζικής θνησιμότητας. Το δίκτυο καταγράφει είδη της θαλάσσιας πανίδας που περιλαμβάνουν θαλάσσια θηλαστικά, πουλιά, θαλάσσιες χελώνες και καρχαρίες. Τα δεδομένα που συλλέγονται συνεισφέρουν στην καταγραφή της κατάστασης του πληθυσμού αυτών των ειδών στην Ελλάδα, στη διαμόρφωση μέτρων προστασίας και στη συλλογή δειγμάτων για την παρουσίαση νέων επιστημονικών δεδομένων, μίας που η έρευνα για αυτά τα είδη είναι περιορισμένη.